Επιλέξτε γλώσσα Top Menu Main Menu Extra Button Menu Page Contents Footer Αναζήτηση

Η εξέλιξη της πανδημίας και η πορεία του πληθωρισμού είναι οι κύριοι παράγοντες που θα επηρεάσουν τον παγκόσμιο ρυθμό ανάπτυξης το νέο έτος. Ωστόσο, μέσα στο 2022 αναμένεται να αναδειχθούν σημαντικές ευκαιρίες για την Ελλάδα.

Ενημερωθείτε για τις εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία και τις αγορές από την κα. Αλεξάνδρα Καραμανή, Eurobank Personal Banking Top Prime Subsegment Senior Officer και τον κ. Νίκο Λελεδάκη, Επικεφαλής Υποστήριξης Δικτύων & Πωλήσεων Αμοιβαίων Κεφαλαίων Eurobank Asset Management Α.Ε.Δ.Α.Κ.  στο video που ακολουθεί:

 

Δείτε παρακάτω το πλήρες κείμενο της ανάλυσης:

Το 2021 ήταν μία χρονιά εντυπωσιακών κερδών για τους μετοχικούς δείκτες των αναπτυγμένων αγορών με την Wall Street να καταγράφει την καλύτερη τριετία της από την αντίστοιχη περίοδο που έληξε το 1999. Μεγάλος κερδισμένος ο S&P500 που σημείωσε ετήσια άνοδο 26,9%, σημειώνοντας νέα υψηλά σε 70 συνεδριάσεις.  Παράλληλη πορεία σημείωσαν και οι ευρωπαϊκές μετοχές με τον STOXX 600 να ενισχύεται κατά 22% συνολικά, καταγράφοντας την καλύτερη χρονιά του από το 2019, όταν κέρδισε 23% και το δεύτερο καλύτερο έτος από το 2009.

Οι ομολογιακές αγορές αντιμετώπισαν σημαντική μεταβλητότητα αφενός, λόγω των επίμονων πληθωριστικών πιέσεων και αφετέρου, λόγω των προσδοκιών για πιο περιοριστική νομισματική πολιτική ( αυξήσεις επιτοκίων και τερματισμός QE) των Κεντρικών Τραπεζών και κυρίως της Federal Reserve. Ως αποτέλεσμα, τα μακροπρόθεσμα επιτόκια των κρατικών ομολόγων πιέστηκαν σημαντικά με χαρακτηριστικό παράδειγμα την απόδοση του 10ετούς αμερικανικού κρατικού ομολόγου η οποία σημείωσε άνοδο κατά 60 μονάδες βάσης.

Η Παγκόσμια Τράπεζα, στην τελευταία της έκθεση, αναθεώρησε προς τα κάτω (-0,2%) την πρόβλεψή της για αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2022, στο 4,1% και στο 5,5% (επίσης -0,2% κάτω) για το 2021, σε σύγκριση με την εκτίμηση που είχε κάνει τον περασμένο Ιούνιο. Η παραλλαγή Όμικρον που συνεχίζει να εξαπλώνεται σε όλες τις ηπείρους, εντείνει την έλλειψη εργατικού δυναμικού και τα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας. Το θετικό είναι ότι το τέταρτο κύμα της πανδημίας προς το παρόν επιφέρει λιγότερους περιορισμούς από το αρχικό του 2020. Αν αυτό το κύμα εξασθενίσει σύντομα, οι οικονομικές επιπτώσεις εκτιμάται ότι θα είναι ήπιες, αν όμως διατηρηθεί ο έντονα ανοδικός αριθμός κρουσμάτων, αυξάνεται αισθητά η πιθανότητα ο ρυθμός επιβράδυνσης της παγκόσμιας ανάπτυξης να είναι μεγαλύτερος. Στοιχείο-κλειδί παραμένει ο εμβολιασμός, καθώς η απειλή νέων και πιο επικίνδυνων μεταλλάξεων θα συνεχιστεί μέχρι να εμβολιαστεί ένα σημαντικό ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού. Το εμβολιασμένο μέρος του πληθυσμού, σε πολλές οικονομίες, αναμένεται ότι θα ξεπεράσει το 70% μέχρι τα μέσα του 2022, όμως οι προοπτικές προόδου στον εμβολιασμό παραμένουν αβέβαιες σε ορισμένες χώρες. Αυτό συμβαίνει, καθώς μόνο το ένα τρίτο του πληθυσμού στις χώρες χαμηλού εισοδήματος αναμένεται να λάβει τουλάχιστον μία δόση του εμβολίου μέχρι τα τέλη του 2023. Η ανάπτυξη στις ΗΠΑ αναθεωρήθηκε προς τα κάτω (-0,5%) στο 3,7% για το 2022 και (-1,2%) για το 2021 στο 5,6%. Στην Κίνα, η ανάπτυξη εκτιμάται ότι θα φτάσει στο 5,1% το 2022, από το 8,1% που ήταν, σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία του 2021, ενώ γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στην κρίση ρευστότητας του κατασκευαστικού κλάδου και στις πιθανές συνέπειες στην προοπτική της κινεζικής οικονομίας.

O πληθωρισμός τον Iανουάριο καταγράφει σε αρκετές χώρες νέα ιστορικά υψηλά πολλών ετών. Οι πληθωριστικές πιέσεις συνδέονται με τη ραγδαία αύξηση των τιμών της ενέργειας και την αναντιστοιχία μεταξύ της αυξημένης ζήτησης και της αδύναμης προσφοράς, λόγω των δυσχερειών που επέφερε η πανδημία στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Οι δείκτες τιμών καταναλωτή συνέχισαν την ανοδική τους πορεία, καταγράφοντας επίπεδα της τάξης του 7,5% στις ΗΠΑ, τη μεγαλύτερη ετήσια άνοδο από το 1982, και 5% στην Ευρωζώνη. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι κεντρικές τράπεζες των χωρών επιδιώκουν, στην τρέχουσα συγκυρία, να επιλέξουν την κατάλληλη νομισματική πολιτική, ώστε να συμβιβάσουν τη στήριξη της οικονομικής ανάκαμψης και έναν έντονο πληθωρισμό, με σκοπό να μην υπερβαίνει τον στόχο που έχουν θέσει, διατηρώντας τη νομισματική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα που πρεσβεύουν. Από τότε που ξεκίνησε η πανδημία, οι κεντρικές τράπεζες έχουν διοχετεύσει 32 τρισ. δολάρια στις αγορές ανά τον κόσμο..Δύο χρόνια μετά, η αλλαγή πλεύσης της νομισματικής πολιτικής είναι προφανής.

Συνολικά δεκατρείς κεντρικές τράπεζες είτε έχουν ήδη προχωρήσει σε αύξηση επιτοκίων είτε ετοιμάζονται να το κάνουν. Ανάμεσά τους οι κεντρικές τράπεζες των αναδυόμενων αγορών που ηγήθηκαν της στροφής σε περιοριστική πολιτική στη διάρκεια του περασμένου έτους και βέβαια, η Αμερικανική Κεντρική Τράπεζα με την πρόσφατη απόφαση της. Στον αντίποδα βρίσκονται η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Τράπεζα της Ιαπωνίας, τις οποίες ενδέχεται να βρει το τέλος της χρονιάς εκεί όπου τις βρήκε και η αρχή της, με τα επιτόκιά τους σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Σε ό,τι αφορά την Κίνα, μείωσε  ένα σημαντικό επιτόκιο δανεισμού για πρώτη φορά από τον Απρίλιο του 2020, καθώς οι αρχές της χώρας προσπαθούν να περιορίσουν την επιβράδυνση της δεύτερης οικονομίας στον κόσμο.

H Αμερικανική Κεντρική Τράπεζα, στην τελευταία της συνεδρίαση διατήρησε αμετάβλητα τα επιτόκια αναφοράς και προχώρησε  σε νέα μείωση του ύψους των αγορών τίτλων στα $30 δις ενώ επιβεβαίωσε ότι το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης θα ολοκληρωθεί τον Μάρτιο. Παράλληλα θα αρχίσει να πραγματοποιεί προοδευτική μείωση του ύψους του ισολογισμού αφότου θα έχει ξεκινήσει η αύξηση του επιτοκίου αναφοράς. Μακροπρόθεσμα, σκοπεύει ο ισολογισμός της να αποτελείται κυρίως από κρατικά ομόλογα. Σύμφωνα με τα πρακτικά, επισημάνθηκε ότι η οικονομία είναι δυνατή καθώς βρίσκεται σε επίπεδα πλήρους απασχόλησης, γεγονός που διασφαλίζει ότι ο σταδιακός περιορισμός της ρευστότητας δεν θα επιβαρύνει σοβαρά την οικονομία. Το τελευταίο τρίμηνο του 2021 το ΑΕΠ των ΗΠΑ αυξήθηκε με ετήσιο ρυθμό 6,9% έναντι εκτιμήσεων για αύξηση 5,5%. Για το σύνολο δε του 2021, η αμερικανική οικονομία αναπτύχθηκε με ρυθμό 5,7%. Πρόκειται για τον υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης από το 1984.

Η Fed αναμένει ότι οι συνθήκες θα είναι σύντομα κατάλληλες για αύξηση του επιτοκίου αναφοράς με πιθανότερο στην συνεδρίαση της 16ης  Μαρτίου να γίνει η πρώτη αύξηση ενώ ο πρόεδρος της, Jerome Powell, δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο συνεχών αυξήσεων σε διαδοχικές συνεδριάσεις της FOMC, εάν τα στοιχεία πληθωρισμού επιδεινωθούν περαιτέρω και εφόσον τα στοιχεία απασχόλησης παραμένουν ισχυρά. Χαρακτηριστικά ανέφερε ότι οι αυξήσεις επιτοκίων θα πραγματοποιηθούν ταχύτερα συγκριτικά με τον προηγούμενο ανοδικό κύκλο (2015 – 2018: συνολικά 8 αυξήσεις).Τα πάντα θα εξαρτηθούν από την εξέλιξη της πανδημίας, των στοιχείων της απασχόλησης και του πληθωρισμού, καθώς και με βάση τις χρηματοπιστωτικές συνθήκες και τη διαμόρφωση του διεθνούς περιβάλλοντος.

Ανοικτό άφησε για πρώτη φορά το ενδεχόμενο αύξησης των επιτοκίων εντός του έτους η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Η οριστική απόφαση πιθανόν να ληφθεί στην επόμενη συνεδρίαση στις 10 Μαρτίου, ωστόσο η επικεφαλής της ΕΚΤ απέφυγε να δεσμευτεί -όπως είχε πράξει μέχρι τώρα- για το πάγωμα των επιτοκίων έως το τέλος του έτους. Η ΕΚΤ, σύμφωνα με την πρόεδρο της, θα προσαρμόσει σταδιακά τη νομισματική της πολιτική, αντίστοιχα με την εξέλιξη των οικονομικών στοιχείων και τη μεσοπρόθεσμη προοπτική του πληθωρισμού ενώ όποια αύξηση επιτοκίου μπορεί να πραγματοποιηθεί αφότου θα έχουν ολοκληρωθεί οι αγορές τίτλων.

Το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ σκοπεύει να τερματίσει τις αγορές του έκτακτου προγράμματος PEPP τον Μάρτιο, ενισχύοντας ως αντιστάθμισμα το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων (APP) με αγορές ομολόγων στα 40 δις το δεύτερο τρίμηνο.  Το τρίτο τρίμηνο οι αγορές θα μειωθούν στα 30 δις και στα 20 δις ευρώ το τέταρτο τρίμηνο. Σε πρόσφατες δηλώσεις της η Κριστίν Λαγκάρντ εμφανίστηκε σταθερά υποστηρικτική μιας πιο αργής σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής τονίζοντας ότι μια βιαστική αλλαγή πολιτικής θα έβλαπτε την πορεία ανάκαμψης της Ευρωζώνης. Η εκτίμηση ότι η ΕΚΤ θα προβεί σε αύξηση των επιτοκίων για πρώτη φορά από τον Απρίλιο του 2011 ώθησε την απόδοση του 10ετούς γερμανικού τίτλου σε θετικό πρόσημο για πρώτη φορά από τις αρχές του 2019.

Το 2022 αναμένεται να είναι μία χρονιά που μπορεί να αναδείξει σημαντικές ευκαιρίες για την Ελλάδα. Η ταχεία και ισχυρή ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας το 2021, λόγω της καλύτερης του αναμενομένου ανάκαμψης του τουρισμού και της ισχυρής αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης, οδήγησε στην ανάκτηση μεγάλου μέρους των απωλειών που προκάλεσε η εμφάνιση της πανδημίας το 2020. Το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα εξακολουθήσει να αναπτύσσεται το 2022, σε συνέχεια μιας επίδοσης που πιθανολογείται ότι θα ξεπεράσει το +8% το 2021, όπως εκτιμά η Τράπεζα της Ελλάδος, με τους ξένους επενδυτικούς οίκους να είναι ακόμα πιο αισιόδοξοι.  Για το 2022, το Υπουργείο Οικονομικών και η Τράπεζα της Ελλάδος προβλέπουν ρυθμό ανάπτυξης μεταξύ 4-5%.

Η ενεργοποίηση του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αναμένεται να ενισχύσει σημαντικά την οικονομική δραστηριότητα, μέσω μεγαλύτερης συμμετοχής των επενδύσεων και αυξημένης χρηματοδότησης από το τραπεζικό σύστημα, το οποίο συνεχίζει την εξυγίανση των ισολογισμών και τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Αυτή η τάση θα βοηθήσει μακροπρόθεσμα τη χρηματοδότηση της οικονομίας και τη βελτίωση των ρυθμών ανάπτυξης. Εντός δύο μηνών θα αξιολογήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το αίτημα για εκταμίευση 3,6 δισ. από το Ταμείο Ανάκαμψης. Σημειώνεται ότι το συνολικό σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Ελλάδας θα χρηματοδοτηθεί με 17,8 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και 12,7 δισ. ευρώ σε δάνεια. Η δημοσιονομική στήριξη θα είναι ιδιαίτερα σημαντική σε επίπεδα της τάξης του 18% του ΑΕΠ για την περίοδο 2021-2026.

Σύμφωνα με τους αναλυτές, ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους προβλέπεται να προχωρήσει το 2022 σε πέντε εκδόσεις κρατικών ομολόγων συνολικής αξίας 12 δις ευρώ, με τις περισσότερες να εκτιμάται ότι θα έχουν ολοκληρωθεί εντός του πρώτου εξαμήνου του έτους, ώστε να αξιοποιηθεί όσο περισσότερο γίνεται το έκτακτο πρόγραμμα PEPP, πριν από τη λήξη του τον Μάρτιο. Η εκδοτική δραστηριότητα αναμένεται να περιλαμβάνει πέρα από την επιτυχημένη έκδοση 10ετους διάρκειας τον Ιανουάριο, άνοιγμα προηγούμενων εκδόσεων, καθώς και την έκδοση του πρώτου πράσινου ομολόγου του ελληνικού δημοσίου διάρκειας 15 ή 20 ετών.

Η πρόσφατη διεύρυνση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) του χρονικού ορίζοντα επανεπένδυσης σε ελληνικούς τίτλους, μετά το τέλος του έκτακτου προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων τον προσεχή Μάρτιο, δύναται να διασφαλίσει τη διατήρηση ευνοϊκών συνθηκών ρευστότητας στο μεσοδιάστημα, μέχρι την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, την οποία η χώρα στερείται από το 2010.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, που περιγράφονται στην ενδιάμεση έκθεση Νομισματικής Πολιτικής, η επενδυτική βαθμίδα πιθανόν να επιτευχθεί εντός του 2023, αρκεί να έρθει από έναν από τους τέσσερις οίκους, Fitch, S&P, Moody’s ή DBRS Morningstar, τους οποίους έχει ως επιλέξιμους οίκους το Ευρωσύστημα.

Σήμερα, η Ελλάδα βαθμολογείται με Ba3 (Stable) από το Νοέμβριο του 2020, τρεις βαθμίδες κάτω από το investment grade, από την Moody’s, με ΒΒ από τον Απρίλιο του 2020, δύο βαθμίδες κάτω από την Fitch Ratings και με BB (Positive) από τον Απρίλιο του 2021, δύο επίσης βαθμίδες κάτω, από της S&P Global Ratings

Το επόμενο δεκαοκτάμηνο για την Ελλάδα περιλαμβάνει δύο γεγονότα τα οποία σίγουρα θα βρεθούν στο ραντάρ των επενδυτών, πέρα από τις οικονομικές επιδόσεις της χώρας και την πορεία του τραπεζικού κλάδου. Το πρώτο είναι ότι το 2023 αποτελεί εκλογικό έτος για τη χώρα, χωρίς όμως να υπάρχουν δείγματα ανησυχίας για την πολιτική σταθερότητα. To δεύτερο είναι η έξοδος της Ελλάδας τον προσεχή Αύγουστο από το καθεστώς της ενισχυμένης εποπτείας, δηλαδή του ελέγχου από τους θεσμούς, η οποία και διαμόρφωσε σε ένα βαθμό τη δημοσιονομική πολιτική μετά την έξοδο από τα μνημόνια.

Οι βασικές αβεβαιότητες για το νέος έτος είναι παγκόσμιας κλίμακας και συνδέονται αφενός με την εξέλιξη της πανδημίας και αφετέρου με την πορεία του πληθωρισμού. Τα εναλλακτικά σενάρια για αυτούς τους δύο παράγοντες σε συνδυασμό με μια πιθανή λανθασμένη ή πρόωρη κίνηση των κεντρικών τραπεζών αυξάνουν αισθητά τη μεταβλητότητα.

Η σταδιακή σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας πολύ πιθανόν να επιβαρύνει το επενδυτικό κλίμα σε περίπτωση που αποδειχτεί πιο επιθετική από την προβλεπόμενη. Η ελεγχόμενη σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα πορεία της πανδημίας και η επακόλουθη άρση των αυστηρών περιορισμών δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για την δυναμική της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης η οποία αν και επιβραδύνεται, κινείται σε ικανοποιητικά επίπεδα. Τα ενθαρρυντικά εταιρικά αποτελέσματα του δ ’τριμήνου, με μικρές εξαιρέσεις, συνεχίζουν να εκπλήσσουν θετικά λειτουργώντας υποστηρικτικά για τις μετοχικές αγορές αν και με χαμηλότερες προσδοκώμενες αποδόσεις συγκριτικά με τα τελευταία χρόνια.

Αναφορικά με την Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τις επιπτώσεις αυτής στην παγκόσμια οικονομία, είναι νωρίς ακόμα για εκτιμήσεις, με μόνο σίγουρο δεδομένο την περαιτέρω αύξηση της μεταβλητότητας στις αγορές. Η επενδυτική κοινότητα προσπαθεί να αξιολογήσει τον μακροπρόθεσμο αντίκτυπο σε συνδυασμό με τις αυστηρές κυρώσεις της Δύσης. Οι γεωπολιτικές κρίσεις του παρελθόντος δείχνουν ότι οι αγορές ξεπερνούν γρήγορα το αρχικό σοκ δημιουργώντας επενδυτικές ευκαιρίες σε μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα.

Όταν οι αγορές παρουσιάζουν έντονες διακυμάνσεις, οφείλουμε να διατηρούμε την ψυχραιμία μας και τον μακροπρόθεσμο χαρακτήρα για το μέρος της επένδυσής που δεν έχουμε άμεση ανάγκη, να θυμόμαστε για ποιους λόγους επενδύουμε και να μένουμε προσηλωμένοι στους στόχους μας.

Οι μικτές στρατηγικές με παγκόσμια έκθεση ως κεντρικοί πυρήνες των χαρτοφυλακίων μπορούν να ακολουθήσουν τις μεταβολές στις συνθήκες των αγορών και τις αντίστοιχες εναλλαγές σε επενδυτικές κατηγορίες, γεωγραφίες και κλάδους.

Η επενδυτική προσέγγιση δύναται να εμπλουτιστεί  τόσο με αμοιβαία κεφάλαια  που εφαρμόζουν θεματικές μακροπρόθεσμες στρατηγικές, όσο και με αμοιβαία κεφάλαια με δυνατότητα διανομής μερίσματος προσφέροντας τακτικό έσοδο σε προκαθορισμένα χρονικά σημεία.

Οι εξειδικευμένοι και έμπειροι διαχειριστές των αμοιβαίων κεφαλαίων παρακολουθούν συνεχώς τις εξελίξεις και τις τάσεις των αγορών, διασφαλίζοντας την άμεση και ενδεδειγμένη αντίδραση, όποτε απαιτείται.

Η επενδυτική και η χρονική διασπορά, καθώς και η επέκταση του ορίζοντα επένδυσης μέσω σταδιακών τοποθετήσεων, συμβάλλουν στην εξομάλυνση των διακυμάνσεων των αγορών ενώ οι ίδιες οι διακυμάνσεις δημιουργούν ευκαιρίες εισόδου ή τακτικής επανατοποθέτησης.

Σε συνδυασμό με ένα κατάλληλα διαμορφωμένο χαρτοφυλάκιο, ανάλογα με το προφίλ ρίσκου του και των συνθηκών που επικρατούν, ο επενδυτής δημιουργεί το επενδυτικό μείγμα θωρακίζοντας τις επενδύσεις του.

Πηγή: Eurobank Asset Management ΑΕΔΑΚ

ΟΙ Ο.Σ.Ε.Κ.Α ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΕΓΓΥΗΜΕΝΗ ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΕΣ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ ΔΕΝ ΔΙΑΣΦΑΛΙΖΟΥΝ ΤΙΣ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΕΣ.