Ξεκινώντας, αξίζει να αναφερθεί ότι το έθιμο αυτό υπάρχει εκτός απ’ την Ελλάδα και στις περισσότερες Βαλκανικές χώρες. Σύμφωνα με την παράδοση, στη χώρα μας το φοράμε για προστασία από τον ήλιο της άνοιξης, ενώ στο εξωτερικό για προστασία από τα κακά πνεύματα.
Η αρχή αυτού του εθίμου ξεκινάει από πολύ παλιά. Ήδη από τα Ελευσίνια Μυστήρια γνωρίζουμε ότι οι μύστες έδεναν μία κλωστή, την Κρόκη, στο δεξί τους χέρι και στο αριστερό τους πόδι.
Ο Πετρώνιος, συγγραφέας και αυλικός του Νέρωνα, αναφέρει όμοια πολύχρωμα φυλαχτά, που δένονταν στον λαιμό, ενώ οι Βυζαντινοί αναφέρουν τη χρήση μιας βαμμένης κλωστής που προστάτευε από τη βασκανία, δηλαδή από το «κακό μάτι» . Πρόκειται λοιπόν για έθιμο που κατάγεται από τα αρχαία χρόνια ή τουλάχιστον είναι όμοιο με πανάρχαια έθιμα.
Τι κρύβεται όμως πίσω από αυτό το έθιμο; Όσο κι αν ακούγεται περίεργο, υπάρχει και μια πρακτική πλευρά που λίγοι γνωρίζουν. Τα αποδημητικά πουλιά που επέστρεφαν στο εύκρατο κλίμα των Βαλκανίων έφερναν μαζί τους ασθένειες οι οποίες επωάζονταν με την αλλαγή του κλίματος.
Τα χελιδόνια, ωστόσο, θεωρούνταν οικόσιτα ζώα καθώς έφτιαχναν τις φωλιές τους στα σπίτια των ανθρώπων και έτρωγαν τα ανεπιθύμητα έντομα που μετέφεραν ασθένειες, όπως τα κουνούπια και τους ψύλλους. Τι γινόταν όμως με τις ασθένειες που έφερναν τα ίδια τα πουλιά; Όπως έχει αποδειχθεί, ειδικά το ασθενές χελιδόνι αποφεύγει το κόκκινο χρώμα. Το ερυθρόλευκο βραχιόλι δεν ήταν παρά ένας τρόπος να προστατευτούν τα μικρά παιδιά από τις ασθένειες που έφεραν αυτά τα πουλιά.
Το έθιμο τελειώνει την Κυριακή του Πάσχα, πετώντας το βραχιόλι είτε στη θράκα του αρνιού, είτε, όπως κάνουν στα Βαλκάνια, αφήνοντάς το στις τριανταφυλλιές ή σε ψηλά κλαδιά καρποφόρων δέντρων. Ας τιμήσουμε λοιπόν την παράδοση και ας φτιάξουμε και φέτος το μαρτάκι μας!