Απαντήσεις σε συχνές ερωτήσεις δανειοληπτών και εγγυητών δανείων για τον Κώδικα Δεοντολογίας του Ν.4224/2013 και τη ρύθμιση οφειλών:
Ποιος είναι ο σκοπός του Κώδικα Δεοντολογίας;
Έγκαιρη και σαφής ενημέρωση
Ο Κώδικας Δεοντολογίας θεσπίστηκε κατ’ εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 1 του N.4224/2013 με σκοπό τη διασφάλιση της έγκαιρης και με σαφήνεια ενημέρωσης των δανειοληπτών που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες αναφορικά με τη δυνατότητα ένταξής τους στη διαδικασία ρύθμισης των οφειλών τους.Εμπιστοσύνη, αμοιβαία δέσμευση και πληροφόρηση
Με τον Κώδικα Δεοντολογίας θεσπίζονται γενικές αρχές συμπεριφοράς και υιοθετούνται βέλτιστες πρακτικές με στόχο την ενίσχυση του κλίματος εμπιστοσύνης, την αμοιβαία δέσμευση και την ανταλλαγή της αναγκαίας πληροφόρησης μεταξύ δανειολήπτη και τράπεζας.
Σκοπός αυτών των αρχών και πρακτικών είναι κάθε πλευρά να είναι σε θέση να σταθμίσει τα οφέλη ή τις συνέπειες εναλλακτικών λύσεων εξυπηρέτησης (λύσεις ρύθμισης) ή οριστικού διακανονισμού (λύσεις οριστικής διευθέτησης) των οφειλών σε καθυστέρηση των οποίων η Δανειακή Σύμβαση δεν έχει καταγγελθεί, με τελικό σκοπό την επιλογή της καταλληλότερης, κατά περίπτωση, λύσης.
Δικαιώματα και υποχρεώσεις
Σε αυτό το κλίμα, οι τράπεζες καλούνται να ενημερώσουν τους δανειολήπτες με σαφήνεια για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, σε όλα τα στάδια της διαδικασίας για την εξεύρεση λύσης, είτε πρόκειται για ρύθμιση είτε για οριστική διευθέτηση των καθυστερημένων οφειλών τους.
Παράλληλα, οι δανειολήπτες οφείλουν να είναι διαθέσιμοι σε επικοινωνία με τις τράπεζες, να ανταποκρίνονται με πνεύμα συνεργασίας στις προσκλήσεις αυτών και γενικά να συνεργάζονται με τις τράπεζες για την εξεύρεση λύσεων στη διαχείριση των οφειλών τους.
Τι απαιτείται από τους δανειολήπτες που υπάγονται στον Κώδικα Δεοντολογίας;
Επιπλέον των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις Δανειακές Συμβάσεις, ο Κώδικας Δεοντολογίας απαιτεί κατ’ ελάχιστον από τους δανειολήπτες:
- Τα πλήρη και επικαιροποιημένα στοιχεία επικοινωνίας τους.
- Τη συνεργασία τους με την τράπεζα για την εξεύρεση μιας αμοιβαία αποδεκτής λύσης ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης.
- Την έγκαιρη και πλήρη παροχή πληροφοριών για την τρέχουσα ή και μελλοντική οικονομική τους κατάσταση. Η επεξεργασία των πληροφοριών θα επιτρέψει τον προσδιορισμό εναλλακτικών προτάσεων για λύσεις.
Η μη ανταπόκριση των δανειοληπτών συνεπάγεται τον χαρακτηρισμό τους ως μη συνεργάσιμων και κατά συνέπεια την άσκηση, από μέρους της τράπεζας, των νόμιμων δικαιωμάτων της.
Σε ποιο βαθμό ο Κώδικας Δεοντολογίας διασφαλίζει ενιαία αντιμετώπιση όλων των δανειοληπτών σε καθυστέρηση;
Σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας, οι τράπεζες υποχρεούνται να θεσπίσουν και να τηρούν Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων (ΔΕΚ) για να διασφαλίζεται η ενιαία αντιμετώπιση των δανειοληπτών με ληξιπρόθεσμες οφειλές.
Ειδικά για τα φυσικά πρόσωπα που εντάσσονται σε κοινωνικά ευπαθείς ομάδες, οι τράπεζες οφείλουν να υιοθετήσουν ειδική πολιτική χειρισμού αυτών, ενσωματώνοντας σχετικά κριτήρια στην πολιτική τους.
Για τον δανειολήπτη που δεν έχει ληξιπρόθεσμη οφειλή, αλλά αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες, τι σημαίνει πρακτικά ο Κώδικας Δεοντολογίας;
Εάν ο δανειολήπτης αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες και έχει βάσιμες εκτιμήσεις ότι θα εισέλθει σε κατάσταση καθυστέρησης στο άμεσο μέλλον, μπορεί να ζητήσει να ενταχθεί στη Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων.
Γι’ αυτό, κάθε φυσικο πρόσωπο που αναφέρεται στη Δανειακή Σύμβαση ως δανειολήπτης, συνοφειλέτης ή εγγυητής θα πρέπει να:
- Συνδεθεί online με τους κωδικούς του TAXISnet στην ψηφιακή πλατφόρμα του Κώδικα Δεοντολογίας μέσα από το gov.gr.
- Συμπληρώσει την Τυποποιημένη Οικονομική Κατάσταση με τα στοιχεία του.
- Ανεβάσει τα επιπλέον Δικαιολογητικά Φυσικών Προσώπων για Αξιολόγηση Οικονομικής Κατάστασης.
Αλλά και η τράπεζα από την πλευρά της, εάν υπάρχουν βάσιμες εκτιμήσεις ότι ο δανειολήπτης αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες ή πρόκειται να αντιμετωπίσει στο μέλλον, δύναται (χωρίς όμως να υποχρεούται) να πραγματοποιήσει επικοινωνία συμβουλευτικού χαρακτήρα μαζί του, ώστε να εξεταστούν τυχόν εναλλακτικές λύσεις.
Ποιοι υπάγονται στον Κώδικα Δεοντολογίας;
Ο Κώδικας Δεοντολογίας ισχύει για όλους τους ενεχόμενους, πρωτοφειλέτες, συνοφειλέτες και εγγυητές, συμπεριλαμβανομένων τυχόν τρίτων προσώπων που έχουν παράσχει προσημείωση υποθήκης / υποθήκη στη μοναδική κατοικία τους, οι οποίοι έχουν Δανειακές Συμβάσεις για:
- Καταναλωτικά δάνεια.
- Στεγαστικά δάνεια.
- Πιστωτικές κάρτες.
- Δάνεια ατομικών επιχειρήσεων και ελεύθερων επαγγελματιών.
- Δάνεια πολύ μικρών επιχειρήσεων με μέσο όρο κύκλου εργασιών κατά τα τελευταία 3 φορολογικά έτη που δεν υπερβαίνει το ποσό του 1.000.000€.
Δείτε ποιες περιπτώσεις εξαιρούνται από τον Κώδικα Δεοντολογίας.
Είμαι εγγυητής σε δανεισμό τρίτου. Υπάγομαι στον Κώδικα Δεοντολογίας;
Ποιες περιπτώσεις εξαιρούνται από την εφαρμογή του Κώδικα Δεοντολογίας;
Από την εφαρμογή του Κώδικα Δεοντολογίας εξαιρούνται:
- Απαιτήσεις από συμβάσεις που έχουν καταγγελθεί πριν από την 01.01.2015.
- Απαιτήσεις έναντι δανειολήπτη που δεν υπερβαίνουν:
- Το ποσό των 1.000€, στην περίπτωση απαιτήσεων έναντι δανειοληπτών φυσικών προσώπων.
- Το ποσό των 5.000€, σε περιπτώσεις δανειοληπτών νομικών προσώπων – πολύ μικρών επιχειρήσεων.
Το ποσό αυτό υπολογίζεται ως το άθροισμα των οφειλών του δανειολήπτη προς το πιστωτικό ίδρυμα.
- Απαιτήσεις έναντι νομικών προσώπων που δεν είναι πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Τι είναι η Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων;
Με τη Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων καθορίζεται ο τρόπος διαχείρισης και αντιμετώπισης δανειοληπτών με καθυστερημένες οφειλές.
Στη Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων υπάγονται δανειολήπτες, φυσικά πρόσωπα και νομικά πρόσωπα-πολύ μικρές επιχειρήσεις με μέσο όρο κύκλου εργασιών κατά τα τελευταία 3 φορολογικά έτη που δεν υπερβαίνει το ποσό του 1.000.000€.
Η Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων έχει 5 στάδια:
- Επικοινωνία με τον δανειολήπτη.
- Συγκέντρωση οικονομικών και άλλων πληροφοριών από τον δανειολήπτη.
- Αξιολόγηση των οικονομικών στοιχείων.
- Πρόταση κατάλληλης λύσης ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης στον δανειολήπτη.
- Διαδικασία Εξέτασης Ενστάσεων (ισχύει για τα φυσικά πρόσωπα, τις ατομικές επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες).
Μετά από ποια χρονική στιγμή μια οφειλή υπάγεται στη Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων;
Από την αρχική καθυστέρηση καταβολής της οφειλής, για το σύνολο ή μέρος του ποσού, από τον δανειολήπτη, η οφειλή υπάγεται στη Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων.
Σε αυτήν την περίπτωση η τράπεζα θα επιδιώξει επικοινωνία συμβουλευτικού χαρακτήρα με τον δανειολήπτη.
Μετά την παρέλευση 30 ημερολογιακών ημερών από τη μη έγκαιρη καταβολή οφειλής, η τράπεζα στέλνει γραπτή ειδοποίηση στον δανειολήπτη, με την οποία τον ενημερώνει για:
- Την ένταξη του στη ΔΕΚ.
- Τα στοιχεία της ληξιπρόθεσμης οφειλής του.
- Την ανάγκη υποβολής των οικονομικών στοιχείων του για την εξεύρεση εναλλακτικής λύσης για ρύθμιση ή οριστική διευθέτηση, μέσα από την ψηφιακή πλατφόρμα του Κώδικα Δεοντολογίας.
Η γραπτή ειδοποίηση αποστέλλεται εντός 15 ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία που η οφειλή περιήλθε σε καθυστέρηση 30 ημερολογιακών ημερών, εκτός εάν ο δανειολήπτης έχει στο μεταξύ προβεί σε ολική καταβολή της οφειλής του ή βρίσκεται ήδη σε διαδικασία ρύθμισης με την τράπεζα.
Εάν ο δανειολήπτης δεν συμφωνεί με την πρόταση ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης της τράπεζας, τι επιλογές έχει;
Υποβολή αντιπρότασης
Σε περίπτωση υποβολής αντιπρότασης από την πλευρά του δανειολήπτη, η τράπεζα την αξιολογεί και εντός 1 μήνα από την παραλαβή της, είτε συναινεί είτε την απορρίπτει με γραπτή επικοινωνία και παραμένει ενεργή η αρχική της πρόταση είτε υποβάλλει στον δανειολήπτη νέα πρόταση η οποία είναι και η τελική.Μη ανταπόκριση στην πρόταση της τράπεζας
Σε περίπτωση που ο δανειολήπτης δεν ανταποκριθεί στην πρόταση της τράπεζας (είτε πρόκειται για την αρχική πρόταση είτε πρόκειται για πρόταση κατόπιν αξιολόγησης αντιπρότασης του δανειολήπτη) εντός του προβλεπόμενου χρονικού διαστήματος, η τράπεζα είναι υποχρεωμένη με βάση τον Κώδικα Δεοντολογίας να προβεί σε χαρακτηρισμό του δανειολήπτη ως μη συνεργάσιμου και να δρομολογήσει όλες τις κατά νόμο ενέργειες.
Στο σημείο αυτό τονίζεται ότι, ακόμη και στην περίπτωση δανειολήπτη που δεν κατηγοριοποιείται (κατά τους ορισμούς του Κώδικα Δεοντολογίας) ως μη συνεργάσιμος, η τράπεζα (υπό τον όρο της δέουσας ολοκλήρωσης των ενεργειών που απαιτούνται στο πλαίσιο του Κώδικα Δεοντολογίας) δύναται να δρομολογεί τις νόμιμες ενέργειες για την ικανοποίηση των απαιτήσεών της.
Μπορεί ο δανειολήπτης να ζητήσει παρέμβαση ανεξάρτητου φορέα στο πλαίσιο της Διαδικασίας Επίλυσης Καθυστερήσεων;
Ο δανειολήπτης μπορεί να ζητήσει συνδρομή και πρόσθετες πληροφορίες για την εφαρμογή του Κώδικα Δεοντολογίας:
- Στα Γραφεία και τα Κέντρα Ενημέρωσης και Υποστήριξης Δανειοληπτών της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους.
- Στον διαδικτυακό τόπο www.keyd.gov.gr.
Μπορεί να μην προχωρήσει η Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων;
Ναι. Το πιστωτικό ίδρυμα δεν υποχρεούται να ξεκινήσει, μπορεί να αναστείλει ή αναστέλλει τη Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων που έχει ήδη ξεκινήσει:
- Όταν ο δανειολήπτης έχει υποβάλει αίτηση για εξωδικαστική ρύθμιση οφειλής σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 8 του Ν.4738/2020 ή όταν το πιστωτικό ίδρυμα έχει κοινοποιήσει στον οφειλέτη πρόσκληση για εξωδικαστική αναδιάρθρωση οφειλής σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 8 του Ν.4738/2020 και για το χρονικό διάστημα έως την ολοκλήρωση της διαδικασίας ως άκαρπης για οποιονδήποτε λόγο.
- Όταν έχει υπογραφεί σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, η οποία δεν τελεί υπό την αίρεση συναίνεσης του Δημοσίου ή Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, και το πιστωτικό ίδρυμα είναι καταλαμβανόμενος πιστωτής (δηλαδή δεσμεύεται από σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών) ή παράγονται για το πιστωτικό ίδρυμα αποτελέσματα δυνάμει της παρ. 2 του άρθρου 5 του Ν.4738/2020.
- Όταν ο δανειολήπτης ή το πιστωτικό ίδρυμα ή άλλος πιστωτής έχει υποβάλει αίτηση για επικύρωση συμφωνίας εξυγίανσης του δανειολήπτη και εφόσον επικυρωθεί ή συναφθεί σύμφωνα με το άρθρο 41 του Ν.4738/2020 ή την παρ. 5 του άρθρου 103 του Ν.3588/2007, όπως ορίζει η παρ. 1.α) του άρθρου 265 του Ν.4738/2020, και είναι δεσμευτική για το πιστωτικό ίδρυμα.
- Όταν ο δανειολήπτης ή το πιστωτικό ίδρυμα ή άλλος πιστωτής έχει υποβάλει αίτηση για κήρυξη του δανειολήπτη σε πτώχευση και για το χρονικό διάστημα έως την τυχόν απόρριψή της.
- Όταν ο δανειολήπτης έχει υποβάλει αίτηση για υπαγωγή σε διαδικασία του Ν.3588/2007, του Ν.3869/2010, του Ν.4605/2019 ή του Ν.4469/2017, η οποία εκκρεμεί, ή εκκρεμεί η έκδοση δικαστικής απόφασης ή η ίδια η διαδικασία, ή όταν ο οφειλέτης έχει υπαχθεί στη διαδικασία του άρθρου 68 του Ν.4307/2014, η οποία εκκρεμεί.
- Όταν συντρέχει η περίπτωση ε) της παρ. 3 του άρθρου 7 του Ν.4738/2020.
- Όταν ο δανειολήπτης είναι νομικό πρόσωπο που έχει τεθεί σε εκκαθάριση.
- Όταν υπάρχουν απαιτήσεις έναντι δανειολήπτη, κατά του οποίου τρίτοι πιστωτές έχουν κινήσει δικαστικές ενέργειες για την εξασφάλιση προς αυτούς χρεών.
Το πιστωτικό ίδρυμα υποχρεούται να εντάξει τον δανειολήπτη στο Στάδιο 3 (Αξιολόγηση των οικονομικών στοιχείων) της Διαδικασίας Επίλυσης Καθυστερήσεων, εφόσον αυτός προσέλθει και υποβάλει με δική του πρωτοβουλία την πληροφόρηση που απαιτεί ο Κώδικας Δεοντολογίας για την αξιολόγηση της ικανότητας αποπληρωμής των οφειλών του δανειολήπτη, εκτός εάν συντρέχει μία εκ των παραπάνω περιπτώσεων (1 έως 8).
Πότε χαρακτηρίζεται μη συνεργάσιμος ένας δανειολήπτης;
Ο δανειολήπτης χαρακτηρίζεται μη συνεργάσιμος όταν:
- Δεν παρέχει πλήρη και επικαιροποιημένα στοιχεία επικοινωνίας στην τράπεζα ή σε όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό της (π.χ. αριθμό σταθερού ή κινητού τηλεφώνου, αριθμό φαξ, email, διεύθυνση κατοικίας και εργασίας) και δεν προβαίνει σε ορισμό συγγενικού ή φιλικού προσώπου ως αντικλήτου επικοινωνίας για κάθε περίπτωση που ο ίδιος δεν είναι διαθέσιμος.
- Δεν είναι διαθέσιμος σε επικοινωνία με την τράπεζα ή με όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό αυτής, και δεν ανταποκρίνεται με ειλικρίνεια και σαφήνεια σε κλήσεις και επιστολές της τράπεζας ή όποιου ενεργεί νομίμως για λογαριασμό της, αυτοπροσώπως είτε δια του αντικλήτου του, με κάθε πρόσφορο τρόπο, εντός 15 εργάσιμων ημερών.
- Δεν προβαίνει, αυτοπροσώπως είτε δια του αντικλήτου του, σε πλήρη και ειλικρινή γνωστοποίηση πληροφοριών προς την τράπεζα ή όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό της, αναφορικά με την τρέχουσα οικονομική του κατάσταση, εντός 15 εργασίμων ημερών από την ημέρα μεταβολής της ή εντός 15 εργάσιμων ημερών από την ημέρα που θα ζητηθούν ανάλογες πληροφορίες από την τράπεζα ή όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό της.
- Δεν προβαίνει, αυτοπροσώπως είτε δια του αντικλήτου του, σε πλήρη και ειλικρινή γνωστοποίηση πληροφοριών προς την τράπεζα ή όποιον ενεργεί για λογαριασμό της, οι οποίες θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στη μελλοντική οικονομική του κατάσταση, εντός 15 εργάσιμων ημερών από την ημέρα που θα περιέλθουν σε γνώση του, όπως πλήρωση προϋποθέσεων λήψης επιδόματος, εμφάνιση νέων περιουσιακών στοιχείων που θα περιέλθουν στην κυριότητά του (π.χ. κληρονομιά), απώλεια κυριότητας περιουσιακών στοιχείων, ανακοινώσεις απόλυσης, καταγγελίες μισθώσεων, εξαγορά ασφαλιστικών προϊόντων, κέρδη οποιασδήποτε μορφής κ.ά.
- Δεν συνεργάζεται με την τράπεζα με σκοπό τη διερεύνηση εναλλακτικής πρότασης για ρύθμιση με την τράπεζα ή όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό της, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κώδικα Δεοντολογίας του Ν.4224/2013.
Σε περίπτωση που χαρακτηριστεί ο δανειολήπτης μη συνεργάσιμος και εφόσον είναι φυσικό πρόσωπο του οποίου διακυβεύεται ο εκπλειστηριασμός της μοναδικής κατοικίας του, ενημερώνεται από την τράπεζα εγγράφως ή ηλεκτρονικά εφόσον έχει συμφωνηθεί, εντός 15 ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία χαρακτηρισμού του.
Για νομικά πρόσωπα-πολύ μικρές επιχειρήσεις, η ενημέρωση για τον χαρακτηρισμό του δανειολήπτη ως μη συνεργάσιμου πραγματοποιείται κατά τον χρόνο καταγγελίας της σύμβασης ή νωρίτερα.
Ποιες είναι οι νομικές συνέπειες του χαρακτηρισμού του δανειολήπτη ως μη συνεργάσιμου;
Οι νομικές συνέπειες και επιπτώσεις του χαρακτηρισμού ενός δανειολήπτη ως μη συνεργάσιμου είναι η δρομολόγηση από την τράπεζα των νόμιμων ενεργειών για την ικανοποίηση των απαιτήσεών της, π.χ.:
καταγγελία, έκδοση διαταγής πληρωμής, λήψη ασφαλιστικών μέτρων, αναγκαστική κατάσχεση της κινητής ή ακίνητης περιουσίας, συμπεριλαμβανομένου του ακινήτου που αποτελεί τη μοναδική κατοικία του δανειολήπτη, καθώς επίσης και των απαιτήσεων κατά τρίτων, εκποίηση τυχόν εξασφαλίσεων που έχουν παρασχεθεί από εγγυητές και τρίτα πρόσωπα.
Επίσης, υπάρχει ο κίνδυνος αποκλεισμού από ειδικές ευεργετικές διατάξεις της νομοθεσίας, καθώς και από πιθανά πλεονεκτήματα που ο δανειολήπτης θα μπορούσε να έχει εάν συνεργαζόταν με την τράπεζα για την εξεύρεση κατάλληλης λύσης.
Ποια είναι η Διαδικασία Εξέτασης Ενστάσεων εάν ο δανειολήπτης διαφωνεί με τον χαρακτηρισμό;
Η Διαδικασία Εξέτασης Ενστάσεων είναι το διαδικαστικό πλαίσιο υποβολής ένστασης από δανειολήπτες που διαφωνούν με τον χαρακτηρισμό τους ως μη συνεργάσιμων. Ενδεικτικά, το διαδικαστικό πλαίσιο αφορά:
- Σύσταση Επιτροπής Ενστάσεων για την αξιολόγηση των ενστάσεων.
- Υιοθέτηση τυποποιημένων εντύπων υποβολής ένστασης.
- Καθορισμό χρονικών ορίων υποβολής και αξιολόγησης ένστασης.
Η Διαδικασία Εξέτασης Ενστάσεων ισχύει για τα φυσικά πρόσωπα, τις ατομικές επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες. Κάθε δανειολήπτης μπορεί να προσφύγει σε αυτή μόνο μία φορά.
Η ενσταση μπορεί να υποβληθεί για τη διαδικασία που τυχόν οδήγησε στον χαρακτηρισμό του δανειολήπτη ως μη συνεργάσιμου.
Δεν μπορεί να υποβληθεί ένσταση για το περιεχόμενο της πρότασης ή της αντιπρότασης, το οποίο βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση, όπως προβλέπει στο Στάδιο 4 της Διαδικασίας Επίλυσης Καθυστερήσεων.